#«Ξαπλωτή γυναίκα» (Λίζα Κόττου) 1954-58.
*
‘Ω διάστημα -ώ σύ αητέ που πετάς!

Ξαπλωμένη γυναίκα, 1919
Να και τα γυμνά του Μπουζιάνη,συστολή πνευματικού τύπου -Αποτροπαϊκό γυμνό-έχει τέτοια δύναμη που τον συντρίβει στρεφόμενος μέσα του, κι αυτό όμως παίρνει τη δύναμη Συμβόλου.Όλη αυτή η ιδιότροπη τροπή γίνεται πίνακας,έργο.Μεγάλη μητέρα Μήδεια Τοπίο Αρχέτυπο.Γιατί αν στρεφόταν στη Βυζαντινή Μητέρα θα έβρισκε τη Γεωμετρία του είδους την έκφραση την ιστόρηση το ψηφιδωτό αίνιγμα, τα φαγιούμ, μια κάποια ερμηνεία της πίστης του.
Το φοβισμένο το έκανε πνευματικότητα,βέβαια επειδή έτσι κι αλλιώς το είχε.Σίγουρα το μπέρδεμα το είχε.Πήγε στην προτεσταντική Γερμανία ξυπόλυτος στ’ αγκάθια,εκκινώντας από την αθηναϊκή ερημία πνεύματος.
Τα δυό πορτραίτα όμως του 1904 και 1905 , έχουν το ζωγράφο και το χρώμα.Έχει υπόσταση μεγέθους το κορίτσι, έχει σώμα από πορσελάνη και πρόσωπο θερμότατο,όψη βάθος ματιάς ψυχικό,

«Η αδελφή του ζωγράφου» (1904).
παρόμοια ο εαυτός του.

«Αυτοπροσωπογραφία» του καλλιτέχνη (1905).
Δεν είναι κριτήριο τι αντέχει ο καθένας , ο ζωγράφος δε ζωγραφίζει για σαλόνια.Με βαραίνει η μελαγχολία στα πρόσωπά του αλλά ως εκεί,το να έχεις έργο του,είναι στήριξη από μόνο του.Στο βάθος διακρίνεται κάτι από χαρά, έχει τη χαρά της Τέχνης,είναι κάτι που σου κάνει παρέα σε συντροφεύει,μαζί διακρίνεις την υποβολή ,το επιβλητικό ανάστημα του.Δεν είναι αμιγής θλίψη.Ξέρει ότι είναι μεγάλος,φαίνεται κάθε στιγμή αυτό.Βουτάει στην τέχνη δουλεύει το χρώμα ,αντλεί μυστικά από παντού,γνωρίζει τι σημαίνει ασκώ το μετιέ και το κάνει.Και επειδή βασίζεται στο χρώμα ,εξπρεσιονισμός γαρ,και το σχέδιο είναι γρατσουνιές ψυχής,όλο το βάρος το έχει η χρωματική του γκάμα, σχεδόν τα χρώματα είναι δικά του,-σχεδόν μπορούμε να μιλάμε για μπλε Μπουζιάνη κόκκινο κίτρινο, σκοτεινό πράσινο σε πάλη με τα μωβ,-αλλά την ψυχή του κομμάτια ένα χρώμα εδώ ένα εκεί,με μαύρο ζουρλομανδύα.
Στον πίνακα εδώ τον πρώτο,σε κοιτάει ένας κύκλωπας ή αν θες ένας στραβός,μονόφθαλμος σαν ο Φίλιππος της Μακεδονίας,ας είναι θηλυκός.Τον έχει χτυπήσει η Μοίρα κι αυτόν και τον κόσμο,αυτό λέει,τη λεηλασία του,χρώματα κουρέλια, δυσοίωνα όλα,μας έχουν ρημάξει λέει,και ταυτόχρονα ψάχνει να πει τον εξπρεσιονισμό,δέσμιος στη φόρμα.
Είναι και ο τελευταίος Έλληνας στη Γερμανία και ο μοναδικός εξπρεσιονιστής,αλλά και μετά το Χαλεπά,σε χαλεπούς καιρούς μύθος.Πάντως ήταν ότι πρέπει για την άστεγη πνευματικότητά μας,καθόλου τυχαία που τον αναζήτησε ο Καρούζος για να αισθανθεί τη σκιά του,πιθανόν μωβ σκιά του.Το έχει πει ,τον καλλιτέχνη πνεύμα αναζήτησε,τον οδηγούσε εκεί το έργο του ήθελε το άγγισμα,σαν της Καπέλα Σιστίνα ,φως απ το κερί του,σαν τη φωτιά που μεταδίδεται από κάρβουνο σε κάρβουνο,αυτή την ανθρακιά πνεύμα.Και πνεύμα στα ελληνικά συμφραζόμενα είναι αλλιώς, γιατί η έλλειψη αναστημάτων είναι μεγάλη ,και στη μεγάλη δίψα,θανατηφόρα.Κανείς δε θέλει να είναι μόνος σ’ αυτό τον αγώνα δεν μπορεί να τα ξεχερσώσει όλα μόνος ,και χρειάζεται νερό απ τη πηγή από τους κευθμώνες.
Θέλω να πάμε σε ένα μέρος άνθρωπος να μην υπάρχει.
*
Πορτραίτο γυναίκας Μπουζιάνης.

Αυτή την είχα στη μικρή μου συλλογή Περγαμηνή.
Όλη αυτή τη σκοτεινή γη ,που είναι η γυναίκα και έχει βρεί τον τρόπο μέσα στον εξπρεσιονισμό του να διατηρεί τις συμμετρίες,με χρώμα φυσικά,και άρωμα χώματος ,λάσπης
την ώρα των αρχετύπων,λες και την έπλασε με κατακάθι του καφέ και με σκοτάδι,ούτε η σκιώδης Ευρυδίκη δεν τα είχε ονειρευτεί αυτά.
*
Τι κάνουν λέει;
Καλύτερα να πάνε βόλτα την κατσίκα τους,είναι πιο ποιητικό.
Κι όταν κάψει το μυαλό το ανείπωτο παγάκι στη γλώσσα σου αδιατύπωτο θα σου απαντήσει με ένα τραγούδι, κυρίως το λέει με προφορά,όχι στα λόγια ας πούμε το ίδιο κάνει εδώ ο ζωγράφος με σχέδιο και χρώμα. Ώμοι εγώ σέο,τέκνον,αμήχανος-(Οδύσσεια,τ.363)
Τρεχάτε ώ λόγια μου πικρά

Γυναίκα στον καθρέπτη 1955, λάδι σε λινό καμβά 99×55