Δημοσιεύτηκε στο: Νοσοκομειακά Χρονικά, 2012;74(συμπληρωματικό τεύχος 1):137-151
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Κατά την διαδρομή νευρολογικών διαταραχών, τα ψυχιατρικά και γνωστικά προβλήματα δεν είναι σπάνια. Σε ήπιες ή άτυπες μορφές νευρολογικών νόσων μπορεί να προηγηθούν των νευρολογικών συμπτωμάτων. Οι ψυχιατρικές εκδηλώσεις οφείλονται σε αλλοιώσεις στο ΚΝΣ, αλλά και στην επιβάρυνση που προκαλεί κάθε χρόνια νόσος. Συχνά περνούν απαρατήρητες και δεν αντιμετωπίζονται θεραπευτικά. Αν και είναι δύσκολο να προβλεφθεί, ποια νευροψυχιατρικά συμπτώματα θα παρουσιαστούν μετά από εγκεφαλική βλάβη, ορισμένες νευροαναπτυξιακές διαταραχές εκδηλώνονται με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά συμπεριφοράς και ψυχοπαθολογίας, που αποκαλούνται «συμπεριφεριολογικός φαινότυπος». Στο παρόν άρθρο παρουσιάζονται αντιπροσωπευτικοί συμπεριφεριολογικοί φαινότυποι όπως αυτοί του συνδρόμου εύθραυστου-Χ, του συνδρόμου Prader – Willi, της φαινυλκετονουρίας, του συνδρόμου Rett, και ψυχιατρικές εκδηλώσεις σε νευρολογικές διαταραχές των ανηλίκων, όπως είναι η νόσος Huntington, η νόσος Wilson, η νόσος Niemann-Pick C, η μεταχρωματική λευκοδυστροφία, η χορεία Sydenham, το σύνδρομο PANDAS, η λοίμωξη ΗΙV, όγκοι του ΚΝΣ, η νευρινωμάτωση Ι, η οζώδης σκλήρυνση, η επιληψία και οι εγκεφαλικές κακώσεις. Η ορθή διάγνωση θεραπεύσιμων νόσων παρέχει το πλεονέκτημα πρώιμης παρέμβασης, χωρίς την οποία θα είχαν πολύ αρνητική έκβαση. Όταν δεν υπάρχει θεραπεία της νόσου η κατάλληλη ενημέρωση, οι ανακουφιστικές παρεμβάσεις, η ψυχολογική υποστήριξη και η γενετική συμβουλευτική, προσφέρουν σημαντικά στην βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών και των οικογενειών τους. Η αναζήτηση της συνάφειας μεταξύ νευρολογικής βλάβης και ψυχιατρικών εκδηλώσεων, μπορεί να βοηθήσει στην κατανόηση της αιτιοπαθογένειας των διαταραχών και στην ταυτοποίηση νέων διαταραχών. Είναι σημαντική η συνεργασία μεταξύ των ειδικών για την παροχή βέλτιστων υπηρεσιών υγείας.
Λέξεις ευρετηρίου: ψυχιατρικά προβλήματα, νευρολογικές διαταραχές, παιδιά, έφηβοι
SUMMARY
KALLIOPI PROKOPAKI. Psychiatric manifestations of neurologic disease in children. Psychiatric and cognitive problems are not rare during the course of neurological disorders. They may precede neurological symptoms, especially in the case of mild or atypical forms of neurological disorders. Psychiatric manifestations are caused by CNS alterations but also by the psychological burden of a disorder’s chronicity. They often remain undetected and untreated. Although it is difficult to predict which neuropsychiatric symptoms will appear after a brain lesion, some neurodevelopmental disorders manifest with specific behavioural and psychopathological characteristics, known as “behavioural phenotypes”. This article presents representative behavioural phenotypes, such as fragile-X, Prader-Willi syndrome, Rett syndrome, phenylketonuria, and psychiatric manifestations of children and adolescents neurological disorders, such as Huntington disease, Wilson disease, Niemann-Pick C, metachromatic leukodystrophy, Sydenham chorea, PANDAS syndrome, ΗΙV infection, CNS tumors, neurofibromatosis, tuberous sclerosis, paroxysmal disorders and brain trauma. The correct diagnosis of treatable disorders provides the advantage of early intervention, without which the outcome would be unfavorable. In the absence of known treatment for a disorder, psychological support, relieving interventions and genetic counseling offer significant improvement in quality of life of patients and their families. Investigation of the link between neurological lesions and psychiatric manifestations can contribute in understanding pathogenesis of the disorders and identification of new disorders. Collaboration among specialists is very important for providing good health services.
Key words: psychiatric problems, neurological disorders, children, adolescents
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Συχνά παραπέμπονται για παιδοψυχιατρική εκτίμηση παιδιά με νευρολογικά ή άλλα σωματικά συμπτώματα, για τα οποία από την κλινική ή εργαστηριακή διερεύνηση δεν έχει προκύψει οργανικότητα και ως εκ τούτου τα προβλήματά τους χαρακτηρίζονται «ψυχογενή». Επίσης σε πολλά παιδιά, παράλληλα με ψυχολογικά προβλήματα, συνυπάρχουν σωματικά συμπτώματα, που μπορεί μεν να αποτελούν εκδηλώσεις των ψυχολογικών προβλημάτων (άγχους, κατάθλιψης, απάντηση σε ψυχοπιεστικά γεγονότα), αλλά είναι δυνατόν και να οφείλονται σε νευρολογική ή άλλη οργανική νόσο.
H πλειοψηφία των ασθενών με νευρολογική νόσο,θα παρουσιάσει αλλαγές στην γνωστική λειτουργία, στο συναίσθημα, ή στην συμπεριφορά πριν, κατά την διάρκεια, ή μετά την αποδρομή των νευρολογικών συμπτωμάτων. Στις περιπτώσεις που η νευρολογική νόσος ξεκινά με ψυχιατρικά συμπτώματα, η διάγνωση μπορεί να καθυστερήσει, γεγονός σημαντικό όταν η έγκαιρη θεραπεία επηρεάζει την έκβαση.
Η νευροψυχιατρική είναι ένας ταχέως αναπτυσσόμενος τομέας, που διερευνά την σχέση μεταξύ ψυχιατρικών διαταραχών και εγκεφαλικής δυσλειτουργίας. Σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξή της έχουν διαδραματίσει οι νεότερες νευροαπεικονιστικές τεχνικές που επιτρέπουν να εντοπίζονται αλλαγές τόσο στην δομή όσο και στην λειτουργία του εγκεφάλου, η ανακάλυψη γενετικής αιτιολογίας σε όλο και περισσότερες διαταραχές, η αποκάλυψη μέσω τεχνικών μοριακής βιολογίας της διαδοχής των γεγονότων με τα οποία γενετικές αλλαγές «μεταφράζονται» σε συμπεριφορές και η ανακάλυψη θεραπειών που μεταβάλλουν την εγκεφαλική λειτουργία ή παρέχουν νευροπροστασία (1). Δεδομένα από την βασική και την κλινική έρευνα αναδεικνύουν τις αλλαγές σε επίπεδο νευροφυσιολογίας και νευροανατομίας, που συνοδεύουν τα ψυχιατρικά συμπτώματα και μας δίδουν την ευκαιρία να κατανοήσουμε βαθύτερα την γένεση των ψυχιατρικών διαταραχών.
O Α Mitchell, αναφέρει τις εξής γενικές αρχές που διέπουν την σχέση νευρολογικής βλάβης – ψυχιατρικών συμπτωμάτων (2) : Κάθε σοβαρή βλάβη του εγκεφάλου μπορεί να προκαλέσει νευροψυχιατρικές επιπλοκές. Τα συμπτώματα οφείλονται σε συνδυασμό οργανικών και μη-οργανικών παραγόντων και τα ψυχολογικά συμπτώματα μπορεί να προηγηθούν των νευρολογικών συμπτωμάτων. Συχνά οι ψυχιατρικές επιπλοκές περνούν απαρατήρητες και δεν αντιμετωπίζονται θεραπευτικά. Η θεραπεία των δευτεροπαθών ψυχιατρικών εκδηλώσεων μοιάζει με την θεραπεία των πρωτοπαθών ψυχιατρικών διαταραχών και οι νευροβιολογικοί δείκτες είναι ίδιοι τόσο στις πρωτοπαθείς όσο και στις δευτεροπαθείς ψυχιατρικές διαταραχές. Είναι δύσκολο να προβλεφθεί , ποια νευροψυχιατρικά συμπτώματα θα παρουσιαστούν μετά από εγκεφαλική βλάβη. Οι νευροψυχιατρικές επιπλοκές επηρεάζουν την έκβαση της νευρολογικής νόσου και την ποιότητα ζωής των ασθενών.
Σκοπός του άρθρου είναι να αναδείξει την συνάφεια μεταξύ νευρολογικών – ψυχιατρικών διαταραχών, την συχνότητα και τον τύπο εμφάνισης ψυχολογικών συμπτωμάτων σε νευρολογικές διαταραχές και την ανάγκη συνεργασίας μεταξύ των ειδικών για την παροχή βέλτιστων υπηρεσιών υγείας. Η λεπτομερής κάλυψη του θέματος δεν είναι εφικτή μέσα από ένα άρθρο. Θα γίνει αναφορά σε γενικές κατηγορίες νευρολογικών διαταραχών των ανηλίκων και θα παρουσιαστούν οι ψυχιατρικές εκδηλώσεις στις συνηθέστερες ή πιο αντιπροσωπευτικές νευρολογικές διαταραχές.
Ο όρος νευροψυχιατρικά συμπτώματα θα χρησιμοποιείται υπό την έννοια αλλαγών στην ψυχική και γνωστική λειτουργία και στην συμπεριφορά, που είθισται να αποτελούν αντικείμενο της ψυχιατρικής αξιολόγησης.
ΜΙΑ «ΘΑΡΡΑΛΕΑ» ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΟΥ ΣΦΑΛΜΑΤΟΣ
Οι Rivinus και συν σε δημοσίευσή τους (3) αναφέρουν 12 περιπτώσεις παιδιών με διάγνωση ψυχιατρικής διαταραχής που όπως κατόπιν προέκυψε, έπασχαν από σοβαρές νευρολογικές νόσους (πίνακας 1). Η αναθεώρηση της ψυχιατρικής διάγνωσης έγινε λόγω επίτασης των νευρολογικών συμπτωμάτων, ή λόγω αναζήτησης δεύτερης γνώμης εκ μέρους των γονέων, ή λόγω διαγνωστικών αμφιβολιών στην ψυχιατρική ομάδα. Ο χρόνος που μεσολάβησε μεταξύ της αρχικής ψυχιατρικής και της τελικής νευρολογικής διάγνωσης ήταν από 2-71 μήνες. Τα διαγνωστικά σφάλματα σπανίως δημοσιεύονται, για ευνόητους λόγους, αν και η μελέτη τους είναι ιδιαίτερα χρήσιμη στο να αποφευχθούν παρόμοια λάθη στο μέλλον.
ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΕΣ ΝΕΥΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ
Ορισμένες νευροαναπτυξιακές διαταραχές εκδηλώνονται με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά συμπεριφοράς και ψυχοπαθολογίας. «Συμπεριφεριολογικός φαινότυπος» είναι ένας χαρακτηριστικός τύπος συμπεριφοράς, που παρατηρείται σταθερά σε ομάδες παιδιών με γνωστές γενετικές διαταραχές και δεν είναι προϊόν εκμάθησης (4). Γνωστοί συμπεριφεριολογικοί φαινότυποι είναι αυτοί των συνδρόμων Down, Prader-Willi, Lesh-Nyhan, εύθραυστου-Χ, κ.α.
1. ΧΡΩΜΟΣΩΜΙΑΚΕΣ ΑΝΩΜΑΛΙΕΣ
Οφείλονται σε αλλοιώσεις του αριθμού ή της δομής των χρωμοσωμάτων. Συνηθέστερο σύμπτωμα είναι η έκπτωση της νοητικής λειτουργίας και μακρο/μικρο βλάβες του ΚΝΣ. Συνυπάρχουν συχνά διαμαρτίες της διάπλασης (5).
Αλλοιώσεις του αριθμού: Η πλειοψηφία των αυτοσωματικών τρισωμιών δεν είναι συμβατή με την ζωή. Γνωστές εξαιρέσεις αποτελούν το σύνδρομο Down ή τρισωμία 21, το σύνδρομο Patau ή τρισωμία 13, και το σύνδρομο Edwards ή τρισωμία 18. Γνωστές αλλοιώσεις του αριθμού των χρωματοσωμάτων του φύλου είναι τα σύνδρομα Klinefelter (47XXY) και Turner (45XO).
Αλλοιώσεις της δομής: Ως προς τα χρωμοσώματα φύλου, συχνότερο είναι το Σύνδρομο έυθραυστου Χ . Ως προς τα σωματικά χρωμοσώματα, γνωστότερα είναι το σύνδρομο Prader – Willi και το σύνδρομο Cri du chat (5).
Σύνδρομο εύθραυστου-Χ
Προκαλείται από μετάλλαξη στο γονίδιο FMR1, στο μακρύ σκέλος του Χ χρωμοσώματος. Έχει διαφορετική συχνότητα στα αγόρια (1/1250 ) από ότι στα κορίτσια (1/2500) (6). Στα κορίτσια η όψη είναι συνήθως φυσιολογική. Τα αγόρια συχνά έχουν μακρύ πρόσωπο, μεγάλα αυτιά και μεγάλους όρχεις. Η πλήρης μετάλλαξη (>200 επαναλήψεις του τρινουκλεοτιδίου CGG),έχει χαρακτηριστικό συμπεριφεριολογικό φαινότυπο, με υπερκινητικότητα, μειωμένο εύρος προσοχής, αποφυγή κοινωνικής επαφής, δυσκολία στην διατήρηση της βλεμματικής επαφής, άγχος, υπερευαισθησία σε ακουστικά ερεθίσματα και επιθετικότητα (6,7). Επιληψία παρουσιάζει το 20% και ανώμαλο Η.Ε.Γ. το 50% των ατόμων (6), ενώ μπορεί να συνυπάρχει στραβισμός και πρόπτωση της μιτροειδούς βαλβίδος.
Η υπερκινητικότητα, η υπερερεθιστότητα, η παρορμητικότητα, η διαταραχή του ανασταλτικού ελέγχου και το μικρό εύρος προσοχής, θέτουν την διάγνωση της Διαταραχής Ελλειμματικής Προσοχής/Υπερκινητικότητας (ΔΕΠ/Υ). Η διάγνωση του αυτισμού τίθεται στο 30% των αγοριών με πλήρη μετάλλαξη, και η διάγνωση της Διάχυτης αναπτυξιακής διαταραχής (NOS) σε ένα επί πλέον 30% (7). Τα αυτιστικά συμπτώματα στο Εύθραυστο-Χ φαίνεται ότι οφείλονται σε διαταραχή στην επεξεργασία της πληροφορίας, στη μνήμη εργασίας και στις επιτελικές λειτουργίες και διαφέρουν από αυτά του κλασσικού αυτισμού (7,8).
Περισσότερα από το 90% των αγοριών και το 50% των κοριτσιών με πλήρη μετάλλαξη, παρουσιάζουν νοητική υστέρηση και μαθησιακές δυσκολίες στην σχολική ηλικία. Tα προβλήματα είναι εμφανή από το 3ο έτος, κυμαίνονται από ήπια έως βαριά και αφορούν κυρίως στον οπτικο-κινητικό συντονισμό, στην χωρική μνήμη και στις ικανότητες αρίθμησης και γραφής. Υπάρχουν προβλήματα στον λόγο, όπως καθυστέρηση, παραμορφώσεις, επαναλήψεις, καθυστερημένη ηχολαλία, παράπλευρες απαντήσεις (7). Νευροαπεικονιστικές μελέτες δείχνουν υποπλασία του σκώληκος της παρεγκεφαλίδας, της άνω κροταφικής έλικας και της αμυγδαλής, καθώς και αυξημένο όγκο του κερκοφόρου πυρήνα και του θαλάμου (7).
Ερευνώνται φαρμακευτικές θεραπείες, από τις οποίες η minocycline έχει δώσει ενθαρρυντικά αποτελέσματα (9). Τα ψυχιατρικά συμπτώματα μπορεί να ανταποκριθούν καλά σε ψυχοφαρμακευτική αγωγή, ενώ λογοθεραπευτικές, εργοθεραπευτικές και συμπεριφορικές παρεμβάσεις βοηθούν επίσης. Στις περισσότερες περιπτώσεις απαιτείται ειδική εκπαιδευτική αγωγή.
Σύνδρομο Prader – Willi
Είναι ένα από τα 5 συχνότερα σύνδρομα (1/10000 – 1/30000 γεννήσεις) (6). Οφείλεται σε απώλεια γενετικού υλικού στο χρωμόσωμα 15 που προέρχεται από τον πατέρα ,ενώ όταν η ίδια βλάβη βρίσκεται στο χρωμόσωμα που προέρχεται από την μητέρα, προκαλείται το σύνδρομο Angelman.To φαινόμενο της διαφορετικής έκφραση των γονιδίων, ανάλογα με το φύλο του γονέα από τον οποίο έχουν κληρονομηθεί ονομάζεται genomic imprinting.Το σύνδρομο Prader-Willi χαρακτηρίζεται από παχυσαρκία, χαμηλό ανάστημα, υπογοναδισμό, κρυψορχία, υποτονία, μικρά χέρια – πόδια, στραβισμό. Συνήθως υπάρχει χαμηλό νοητικό δυναμικό και προβλήματα συμπεριφοράς, ενώ χαρακτηριστική είναι η βουλιμία και η ιδεοψυχαναγκαστική συμπεριφορά κυρίως ως προς την τροφή. Συνυπάρχουν ισχυρογνωμοσύνη, εκρήξεις οργής, επιθετικότητα, άγχος, συναισθηματική ευμεταβλητότητα και σπανίως ψυχωσικές εκδηλώσεις (6). Σε ορισμένες περιπτώσεις, παρά την χαρακτηριστική κλινική εικόνα, δεν εντοπίζεται χρωμοσωματική ανωμαλία.
2. ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΕΣ ΝΕΥΡΟΕΚΦΥΛΙΣΤΙΚΕΣ ΝΟΣΟΙ
Έχουν πολλά κοινά με την προηγούμενη κατηγορία, με την διαφορά ότι το ελαττωματικό γονίδιο εκφράζεται κυρίως ή αποκλειστικά στο νευρικό σύστημα.
Νόσος Huntington
Κληρονομείται με αυτοσωματικό επικρατούντα τύπο και εμφανίζει επιπολασμό 5-10 περιπτώσεων /10.0000. Το 5% των ασθενών έχουν ηλικία μικρότερη των 14 ετών. Χαρακτηρίζεται από εκφυλιστικές αλλοιώσεις και κυτταρικό θάνατο, κυρίως στα βασικά γάγγλια και τον μετωπιαίο λοβό, και από διάταση των πλευρικών κοιλιών (10,11).
Τα νευρολογικά συμπτώματα περιλαμβάνουν ακούσιες κινήσεις (χορειοαθετωσικές κινήσεις που αυξάνουν με την σωματική δραστηριότητα και την έξαψη και παύουν στον ύπνο), διαταραχές εκούσιας κινητικότητας (διαταραχές βάδισης, κατάποσης, οφθαλμικών κινήσεων, δυσαρθρία) δυστονία, βραδυκινησία και ακαμψία. Σε πρώιμη έναρξη της διαταραχής (πριν τα 20 έτη) προεξάρχουν σημεία παρκινσονισμού, μυόκλονος και επιληπτικές κρίσεις (10).
Συμπτώματα νοητικής έκπτωσης ή προβλήματα συμπεριφοράς παρατηρούνται στο 50% των ασθενών από τα αρχικά στάδια της νόσου (12). Τα γνωστικά συμπτώματα περιλαμβάνουν προβλήματα στη μνήμη, στις επιτελικές λειτουργίες και στις οπτικοχωρικές ικανότητες. Τα ψυχιατρικά συμπτώματα μπορεί να προηγηθούν των κινητικών συμπτωμάτων και κυμαίνονται ως προς την διάρκεια και την βαρύτητα. Περιλαμβάνουν παρορμητικότητα, ευερεθιστότητα, επιθετικότητα, απάθεια, διαταραχές του συναισθήματος (κατάθλιψη, μανία/υπομανία), αυτοκτονική συμπεριφορά, ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, και σπανιότερα ψυχωσικά συμπτώματα.
Αν και υπάρχει γενετική δοκιμασία που επιβεβαιώνει την παρουσία του παθολογικού γονιδίου της νόσου, μόνο 5% των ατόμων σε κίνδυνο επιλέγουν να την κάνουν. Συνιστάται συμβουλευτική βοήθεια πριν γίνει η δοκιμασία, διότι ο ψυχολογικός κίνδυνος (άγχος, στρες, αυτοκτονική απόπειρα) είναι αυξημένος σε περίπτωση θετικής απάντησης (11). Δεν υπάρχει θεραπεία που να προλαμβάνει ή να επιβραδύνει την εξέλιξη της νόσου. Η θεραπεία των ψυχιατρικών συμπτωμάτων είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς βελτιώνει την ποιότητα ζωής τόσο των ασθενών, όσο και των φροντιστών τους.
Σύνδρομο Rett
Κληρονομείται με φυλοσύνδετο επικρατούντα χαρακτήρα, αν και η πλειοψηφία των περιπτώσεων (85%) οφείλεται σε νέα μετάλλαξη. Αποτελεί την 2η κατά σειρά αιτία αναπτυξιακής καθυστέρησης στα κορίτσια, μετά το σύνδρομο Down (13), με συχνότητα 1/10000 γεννήσεις. Στο 95%-97% των περιπτώσεων υπάρχει μετάλλαξη στο γονίδιο MECP2 στο χρωμόσωμα Χ ,αλλά υπάρχουν περιπτώσεις όπου, παρά την χαρακτηριστική κλινική εικόνα δεν εντοπίζεται μετάλλαξη στο MECP2, ή αντίθετα, περιπτώσεις με μετάλλαξη στο MECP2 χωρίς κλινικά σημεία.
Η διάγνωση τίθεται κλινικά βάσει κριτηρίων (πίνακας 4), ανεξάρτητα από τα ευρήματα του γενετικού ελέγχου (14). Το σύνδρομο χαρακτηρίζεται από φυσιολογική ψυχοκινητική ανάπτυξη τους πρώτους 6 μήνες της ζωής, που ακολουθείται από παλινδρόμηση που χαρακτηρίζεται από απώλεια ομιλίας, στερεότυπες κινήσεις των χεριών και απώλεια των σκόπιμων δεξιοτήτων τους, προβλήματα βάδισης, επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης περιμέτρου κεφαλής, εξελισσόμενη κοινωνική απόσυρση, δυσλειτουργία επικοινωνίας, και γνωστική έκπτωση. Μετά από την περίοδο παλινδρόμησης, ακολουθεί μία περίοδος σταθεροποίησης ή βελτίωσης. Επιληπτικές κρίσεις επέρχονται στο 50%-90% των περιπτώσεων. Έχουν προταθεί διαγνωστικά κριτήρια και για τις άτυπες μορφές (πίνακας 4), ενώ το κριτήριο της παλινδρόμησης είναι σημαντικό τόσο στις τυπικές, όσο και στις άτυπες μορφές. Η πρόγνωση του συνδρόμου είναι δυσμενής.
3. MΕΤΑΒΟΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΤΟΥ ΚΝΣ
Οφείλονται σε ελαττώματα μεμονωμένων γονιδίων, που εκφράζονται σε αρκετά όργανα και έχουν ως συνέπεια την παραγωγή ανωμάλων ενζύμων – πρωτεϊνών. Στον πίνακα 2, αναφέρονται κατηγορίες μεταβολικών διαταραχών .
Οι συγγενείς διαταραχές του μεταβολισμού (ΣΔΜ) μπορεί να αποκαλυφθούν σε παιδιά και εφήβους, πίσω από φαινομενικά μεμονωμένες οξείες (κατατονία) ή χρόνιες (ψύχωση, διαταραχή συναισθήματος, διαταραχή προσωπικότητας) ψυχιατρικές εκδηλώσεις (3,15,16).
Oι Sedel και συν (3) προτείνουν σχηματική ταξινόμηση των ΣΔΜ ανάλογα με τον τύπο και τρόπο έναρξης των ψυχιατρικών συμπτωμάτων σε:
• Επείγουσες καταστάσεις με οξέα και επαναλαμβανόμενα επεισόδια σύγχυσης, που μπορεί να εκληφθούν λανθασμένα ως ψυχωσικά επεισόδια
• Χρόνια ψυχιατρικά συμπτώματα με έναρξη στην εφηβεία ή στην ενηλικίωση, με συμπτώματα όπως κατατονία και οπτικές ψευδαισθήσεις, που επιδεινώνονται από τις ψυχοφαρμακευτικές παρεμβάσεις
• Ήπια νοητική υστέρηση και αλλαγές στην συμπεριφορά και στην προσωπικότητα με όψιμη έναρξη.
Όταν υπάρχει δυνατότητα θεραπείας, ασφαλώς είναι πιο αποτελεσματική στο πρώιμο «ψυχιατρικό» στάδιο και για αυτό είναι σημαντικός ο έγκαιρος εντοπισμός σημείων που υποδηλώνουν ΣΔΜ.
Φαινυλκετονουρία
Η φαινυλκετονουρία είναι μία διαταραχή του μεταβολισμού των αμινοξέων με ιστορική σημασία, διότι η ανακάλυψή και η διερεύνησή της, πριν 70 χρόνια, εγκατέστησαν την σύνδεση μεταξύ διαταραχών του μεταβολισμού και νοητικών προβλημάτων, οδήγησαν στην ανάπτυξη προγραμμάτων νεογνικού μαζικού προσυμπτωματικού ελέγχου και έδειξαν την σημασία της έγκαιρης θεραπείας (17).
Έχει συχνότητα 1/12000-1/18000 γεννήσεις και οφείλεται σε μετάλλαξη στο γονίδιο του ενζύμου υδροξυλάση της φαινυλαλανίνης που εμποδίζει την μετατροπή της φαινυλαλανίνης σε τυροσίνη, με αποτέλεσμα τη συσσώρευση φαινυλαλανίνης στον εγκέφαλο. Το υπεύθυνο γονίδιο εντοπίζεται στο χρωμόσωμα 12 (17). Η τυροσίνη είναι πρόδρομος ουσία για τον σχηματισμό ντοπαμίνης και άλλων σημαντικών νευρομεταβιβαστών (18).
Ο εντοπισμός της διαταραχής με νεογνικό μαζικό έλεγχο, έχει συμβάλει στην μείωση των σοβαρών επιπτώσεων. Εάν δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως (με διαιτητικό περιορισμό στην πρόσληψη φαινυλαλανίνης), καταλήγει σε αναστολή της ανάπτυξης, βαριά νοητική υστέρηση, επιληπτικές κρίσεις και ψυχιατρικές διαταραχές. Όταν η διαιτητική θεραπεία χαλαρώνει ή διακόπτεται, αυξάνεται η συχνότητα των ψυχιατρικών εκδηλώσεων, όπως Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής/ Υπερκινητικότητας(ΔΕΠ/Υ), διαταραχή προκλητικής εναντίωσης, διαταραχή προσαρμογής με καταθλιπτικό συναίσθημα, ενκόπριση και φοβίες. Μπορεί να παραμείνουν ήπια προβλήματα στις επιτελικές λειτουργίες (οργάνωση, σχεδιασμός, ευελιξία στην αλλαγή πλαισίου), στην κοινωνική λειτουργικότητα (κοινωνική ωριμότητα, αυτονομία, διαπροσωπικές σχέσεις) και στην επίτευξη εκπαιδευτικών στόχων (προβλήματα μάθησης, προσοχής, χαμηλό κίνητρο μάθησης) (18,19). Στους ενηλίκους η συχνότερη ψυχιατρική διαταραχή είναι η κατάθλιψη και ακολουθούν οι αγχώδεις διαταραχές (18). Παιδιά που αρχίζουν εγκαίρως και τηρούν την θεραπεία έχουν καλή εξέλιξη, αν και χρησιμοποιούν πολύ συχνά τις υπηρεσίες ψυχικής υγείας.
Νόσος Wilson (ηπατοφακοειδής εκφύλιση)
Είναι κληρονομούμενη νόσος με αυτοσωματικό υπολειπόμενο τύπο. Οφείλεται σε μετάλλαξη γονιδίου στο χρωμόσωμα 13, που προκαλεί δυσλειτουργία στον ηπατικό μεταβολισμό του χαλκού, εναπόθεση χαλκού στο σώμα, ιδίως στο ήπαρ και στα βασικά γάγγλια, και διαταραχές της ηπατικής λειτουργίας, της κινητικότητας και της συμπεριφοράς. Αν και σπάνια νόσος (1/30000-1/100000) είναι σημαντική για δύο λόγους: 1) στο 1/3 των περιπτώσεων η νόσος ξεκινά με ψυχιατρικά συμπτώματα (10, 20) και 2) εφόσον υπάρξει έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία, έχει καλή πρόγνωση.
Νευρολογικά σημεία: τρόμος, δυσκαμψία, χορειακές κινήσεις, δυστονία, δυσαρθρία, σιελόρροια, διαταραχές βάδισης, κεφαλαλγία, αυπνία. Η MRI εγκεφάλου δείχνει εκτεταμένες βλάβες στα βασικά γάγγλια στον μεσεγγέφαλο και στην παρεγκεφαλίδα και ατροφία του φλοιού (20, 21).
Σημεία από άλλα συστήματα: Δακτύλιος Kayser-Fleisher στον κερατοειδή, παθολογικές αλλοιώσεις οστών, αμινοξυουρία, νεφρολιθίαση.
Ψυχιατρικά συμπτώματα: διαταραχές του συναισθήματος (κατάθλιψη, διπολική διαταραχή), αλλαγές στην προσωπικότητα, γνωστική έκπτωση, ψύχωση (21). O κίνδυνος αυτοκτονικότητας είναι αυξημένος (16% των ασθενών) (20). Αναφέρονται επίσης παρορμητικότητα, χρήση ουσιών, υπερβολική ενασχόληση με το σεξ και κατατονία.
Όταν χορηγηθεί εγκαίρως θεραπεία, αναστέλλεται η εξέλιξη της νόσου και μπορεί να βελτιωθούν τα ψυχιατρικά συμπτώματα (20), για τα οποία χορηγείται επίσης κατάλληλη ψυχοφαρμακευτική αγωγή. Χρειάζεται προσοχή στην χρήση ψυχοφαρμάκων λόγω της ηπατικής δυσλειτουργίας, που μπορεί να επηρεάσει τον μεταβολισμό τους και να επιτείνει φαρμακευτικές αλληλεπιδράσεις (10),ενώ τα νευροληπτικά προκαλούν επιδείνωση των εξωπυραμυδικών συμπτωμάτων και θα πρέπει να αποφεύγονται (21). Η φαρμακευτική αντιμετώπιση των διαταραχών του συναισθήματος με σταθεροποιητές της διάθεσης, έχει δώσει καλά αποτελέσματα (21).
Νόσος Niemann-Pick C
Αποτελεί σπάνια (1/120000) γενετική νευροεκφυλιστική νόσο. Κληρονομείται με αυτοσωματικό υπολειπόμενο χαρακτήρα και προκαλείται από διαταραχή στην ενδοκυτταρική μεταφορά χοληστερόλης στα λυσοσώματα. Χαρακτηρίζεται από σπλαχνικές, νευρολογικές και ψυχιατρικές εκδηλώσεις. Υπάρχει μεγάλη ετερογένεια στην ηλικία έναρξης, (από την βρεφική έως την γεροντική ηλικία), στην κλινική εικόνα και στην έκβαση.
Η κλινική εικόνα διαφέρει ανάλογα με την ηλικία έναρξης (22). Μέχρι την ηλικία των 2 ετών, προεξάρχει η σπληνομεγαλία, με ή χωρίς νευρολογικά σημεία (καθυστέρηση αναπτυξιακών ορόσημων,απώλεια κεκτημένων ικανοτήτων, υποτονία, σπαστικότητα) και η νόσος καταλήγει σύντομα σε θάνατο.
Μεταξύ 2-5 ετών, παρατηρείται σπληνομεγαλία, καθυστέρηση του λόγου, αταξία (προβλήματα βάδισης, αδεξιότητα, πτώσεις), δυσφαγία, δυσαρθρία, καταπληξία, επιληπτικές κρίσεις, σπαστικότητα, πυραμιδικά σημεία, έκπτωση της νοητικής λειτουργίας και άνοια, ενώ οι ασθενείς καταλήγουν σε ηλικία 7-12 ετών.
Σε ηλικία 6-15 ετών, υπάρχει ήπια ηπατο/σπληνομεγαλία, ενώ προεξάρχον σημείο αποτελεί η κάθετη υπερπυρηνική παράλυση του βλέμματος. Παρατηρείται επίσης δυστονία, δυσπραξία, δυσφαγία, δυσαρθρία, καταπληξία ή ναρκοληψία που εκλύονται από το γέλιο, αταξία (συχνές πτώσεις, δυσκολία στο τρέξιμο), επιληπτικές κρίσεις (50%) και μαθησιακές δυσκολίες. Προσδόκιμο επιβίωσης είναι τα 30 έτη.
Σε εφήβους και ενηλίκους πιθανόν να απουσιάζει κλινικά ανιχνεύσιμη σπληνομεγαλία. Στο 1/3 των περιπτώσεων, προηγούνται τα ψυχιατρικά συμπτώματα, που μπορεί να είναι και μόνη εκδήλωση της νόσου για αρκετά χρόνια πριν την εμφάνιση νευρολογικών σημείων. Συνήθως εμφανίζεται εικόνα ψύχωσης (παρανοϊκό παραλήρημα, οπτικές και ακουστικές ψευδαισθήσεις). Παρατηρείται επίσης συχνά καταθλιπτική συνδρομή, διπολική διαταραχή, ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, προβλήματα συμπεριφοράς, επιθετικότητα και κοινωνική απομόνωση. Γνωστικές δυσκολίες παρατηρούνται σε 61% των ασθενών. Συχνότερα νευρολογικά σημεία είναι η παρεγκεφαλιδική αταξία (76%), κάθετη οφθαλμοπληγία (75%), δυσαρθρία (63%), διαταραχές της κινητικότητας όπως δυστονία, χορεία και παρκινσονισμός (58%), δυσφαγία (37%) (22).
Η διάγνωση τίθεται εύκολα σε ασθενείς με τυπικά συμπτώματα, όπως σπληνομεγαλία, αταξία και κάθετη παράλυση του βλέμματος.Αντίθετα, σε περιπτώσεις όπου προεξάρχουν τα ψυχιατρικά ή και νευρολογικά συμπτώματα χωρίς σπλαχνικές εκδηλώσεις, η διάγνωση καθυστερεί ή δεν τίθεται ποτέ.
Η αντιμετώπιση είναι προς το παρόν συμπωματική. Φαρμακευτικά , έχει εγκριθεί πρόσφατα (2009) η ουσία miglustat, που φαίνεται ότι σταθεροποιεί την εξέλιξη της νόσου σε μεγάλο ποσοστό ασθενών.
ΝΟΣΟΙ ΤΗΣ ΛΕΥΚΗΣ ΟΥΣΙΑΣ
Η λευκή ουσία αποτελείται από νευράξονες, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι εμμύελοι. Σε παθολογικές καταστάσεις η μυελίνη μπορεί να καταστραφεί (απομυελινωτικές νόσοι), να παρουσιάσει ανώμαλο σχηματισμό (δυσμυελίνωση), να μειωθεί (υπομυελίνωση), ή να παρουσιάσει σπογγώδη εκφυλισμό. Η πιο γνωστή απομυελινωτική νόσος είναι η πολλαπλή σκλήρυνση, που συχνά συνοδεύεται από νευροψυχιατρικές εκδηλώσεις (κατάθλιψη, ευφορία, συναισθηματική ευμεταβλητότητα, νοητική έκπτωση), είναι όμως σπάνια στους ανηλίκους.
Στις λευκοεγκεφαλοπάθειες γενετικής αιτιολογίας(μεταχρωματική λευκοδυστροφία, αδρενολευκοδυστροφία, νόσος Krabbe) η μυελίνη αναπτύσσεται παθολογικά, λόγω συγγενών διαταραχών του μεταβολισμού. Όσο μεγαλύτερη είναι η ηλικία κατά την εμφάνιση της διαταραχής, τόσο πιθανότερο είναι να εκδηλωθεί με εικόνα ψυχιατρικής νόσου (23).
Μεταχρωματική λευκοδυστροφία
Είναι από τις συχνότερες νευροεκφυλιστικές διαταραχές της παιδικής ηλικίας (1/40000) και κληρονομείται με αυτοσωματικό υπολειπόμενο τύπο. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων ξεκινά στην βρεφική ηλικία, αλλά μπορεί να έχει και όψιμη έναρξη. Οι απομυελινωτικές βλάβες είναι εκτεταμένες και συμμετρικές στα εγκεφαλικά και παρεγκεφαλιδικά ημισφαίρια, στα βασικά γάγγλια, στο στέλεχος και στο νωτιαίο μυελό.
Ανασκόπηση 38 περιπτώσεων, με ηλικία έναρξης της νόσου 6 μηνών έως 13 ετών (24), αναφέρει ως κύριες εκδηλώσεις της νόσου προβλήματα στήριξης και βάδισης, απώλεια ικανοτήτων, μαθησιακές δυσκολίες και προβλήματα συμπεριφοράς (ευερεθιστότητα, κοινωνική απόσυρση, επιθετικότητα, απώλεια ενδιαφέροντος, ενούρηση, εγκόπριση), ενώ σε αρκετές περιπτώσεις υπάρχουν επιληπτικές κρίσεις
Στον τύπο νεανικής έναρξης (ηλικία 6-10 ετών) τα προβλήματα συμπεριφοράς και οι μαθησιακές δυσκολίες προηγούνται ακόμη και 4 έτη της εμφάνισης των κινητικών συμπτωμάτων (24). Ασθενείς με μεγαλύτερη ηλικία έναρξης μπορεί να παρουσιάζουν αλλαγές προσωπικότητας, παλινδρόμηση στην συμπεριφορά, άνοια και σχιζοφρενικόμορφη διαταραχή (23).
.
ΠΑΡΟΞΥΣΜΙΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ
Επιληψία
Συχνή αιτία παραπομπής παιδιών από νευρολόγο για παιδοψυχιατρική εκτίμηση, είναι η ύπαρξη επεισοδίων απώλειας συνείδησης ή σπασμών, χωρίς ηλεκτροεγκεφαλογραφικά ευρήματα. Η επιληπτική κρίση είναι ένα παροδικό επεισόδιο από συμπτώματα και σημεία, που οφείλονται σε ανώμαλη δραστηριότητα του εγκεφάλου. Μπορεί να ξεκινά από συγκεκριμένη περιοχή ενός εγκεφαλικού ημισφαιρίου (εστιακή), ή να περιλαμβάνει και τα δύο εγκεφαλικά ημισφαίρια (γενικευμένη), αν και ο διαχωρισμός δεν είναι τόσο σαφής. Yπάρχουν πολλές αιτίες, στατικές ή εξελισσόμενες, που προκαλούν την ανώμαλη εκφόρτιση των εγκεφαλικών κυττάρων.
Επιδημιολογικές μελέτες δείχνουν ότι τα προβλήματα συμπεριφοράς και η ψυχοπαθολογία σε παιδιά με επιληψία είναι 3-9 φορές αυξημένα σε σύγκριση με υγιή άτομα, ή με παιδιά με χρόνιο νόσημα εκτός Κ.Ν.Σ (25,26). Τα συχνότερα παρουσιαζόμενα προβλήματα αφορούν στην προσοχή, στην σκέψη, σε γνωστικά, γλωσσικά και μαθησιακά ελλείμματα, στην κοινωνικότητα και σε διαταραχές του συναισθήματος (26,27). Ελλείμματα στην προσοχή παρατηρούνται 3-5 φορές συχνότερα από ότι στον γενικό πληθυσμό. Επιληπτικού τύπου εκφορτίσεις έχουν βρεθεί σε 5%-30% παιδιών με Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής/Υπερκινητικότητας (28). Συχνά επεισόδια αφαιρέσεων σχετίζονται με απροσεξία και ελλείμματα στην επεξεργασία της πληροφορίας (29). Ακόμα και παιδιά με επιληψία πρόσφατης έναρξης που δεν έχουν ακόμη εκτεθεί στα αντιεπιληπτικά φάρμακα, στην επίδραση της επιληψίας στην ανάπτυξη του εγκεφάλου και στην ψυχική επιβάρυνση της χρονίας νόσου, παρουσιάζουν προβλήματα προσοχής και συμπεριφοράς. Μελέτες σε ζώα έχουν δείξει ότι, επαναλαμβανόμενα επεισόδια κρίσεων προκαλούν νευρωνική καταστροφή στον αναπτυσσόμενο εγκέφαλο. Στα παιδιά, συχνότερα επεισόδια σχετίζονται με χαμηλότερο δείκτη νοημοσύνης (IQ), ο οποίος επίσης σχετίζεται με αυξημένη συχνότητα ψυχιατρικών διαγνώσεων.
Σε παιδιά με χρόνια επιληψία, η παρουσία προβλημάτων στο δομημένο ερωτηματολόγιο αξιολόγησης Child Behavior Checklist προβλέπει τα ίδια προβλήματα συμπεριφοράς στην εφηβεία, αν και βελτιωμένα (26). Παιδιά με επιληψία παρουσιάζουν άγχος και κατάθλιψη σε ποσοστό 16%-31%, που μπορεί να συνεχίζεται στην ενήλικη ζωή, ενώ υπάρχει αυξημένη συχνότητα αυτοκτονικού ιδεασμού (20%) (30). Ψυχωτικού τύπου συμπτώματα, όπως ψευδαισθήσεις, παραλήρημα, διαταραχή της σκέψης εμφανίζονται στo10% των παιδιών με σύνθετες μερικές κρίσεις που ξεκινούν στον κροταφικό λοβό, κατά την διάρκεια status epilepticus, αλλά και στα μεταξύ των κρίσεων διαστήματα (31,32). Με ενδοκρανιακή στερεο-ηλεκτροεγκεφαλογραφία, καταγράφονται παρατατεταμένες επιληπτικές εκφορτίσεις στον ιππόκαμπο και άλλες μεσοκροταφικές δομές, ακόμη και όταν το ΗΕΓ είναι φυσιολογικό (32). Κρίσεις με εστία έναρξης στον μετωπιαίο λοβό μπορεί να σχετίζονται με σύνθετες ακουστικές ψευδαισθήσεις (33) και επιθετική συμπεριφορά (34).
Αν και η ψυχιατρική διαχωρίζει σαφώς τις ψευδαισθήσεις, τις παραισθήσεις και το παραλήρημα, γεγονός κλινικά χρήσιμο στην περιγραφή της ψυχοπαθολογίας,η νευρολογική διερεύνηση των νευροφυσιολογικών τους χαρακτηριστικών μέσω ενδοκρανιακού στερεοηλεκτροεγκεφαλογραφήματος, τουλάχιστον σε ότι αφορά στην επιληψία, δεν διαπιστώνει διαφορές στο οργανικό υπόβαθρο Ανατομική εντόπιση παρατηρείται μόνον στις απλές ψευδαισθήσεις, που οφείλονται σε εκφορτίσεις στον πρωτογενή oπτικό ή ακουστικό φλοιό (35). Η επιληψία του κροταφικού λοβού μπορεί να εκδηλωθεί ως διαταραχή πολλαπλής προσωπικότητας, με επεισόδια αποσύνδεσης, φυγών και αμνησίας (36).
Η ψυχοπαθολογία στην επιληψία των ανηλίκων οφείλεται στην αλληλεπίδραση πολλών αιτιολογικών παραγόντων, που εν μέρει σχετίζονται με την χρονιότητα της διαταραχής (27). Παράμετροι που αφορούν σε χαρακτηριστικά του παιδιού, αλλά και οικογενειακά προβλήματα, σχετίζονται σημαντικά με την εμφάνιση προβλημάτων συμπεριφοράς. Ο κίνδυνος ψυχοπαθολογίας αυξάνεται όταν υπάρχει γονεική ψυχοπαθολογία, ακατάλληλη φροντίδα, μειωμένη επικοινωνία, αρνητική σχέση γονιού – παιδιού και ασταθές οικογενειακό περιβάλλον (27, 37). Παράμετροι των επιληπτικών κρίσεων (τύπος, συχνότητα, διάρκεια, ηλικία έναρξης) σχετίζονται περισσότερο με γνωστικά και γλωσσικά ελλείμματα, που συμβάλλουν στην ανάπτυξη προβλημάτων συμπεριφοράς (25).
Η θεραπευτική αντιμετώπιση των ψυχιατρικών εκδηλώσεων δεν διαφέρει από την συνήθη στην παιδοψυχιατρική πρακτική (ψυχοθεραπευτικές, ψυχοκοινωνικές, συμβουλευτικές και φαρμακευτικές παρεμβάσεις). Δυστυχώς τα δεδομένα για την επάρκεια και ασφάλεια των ψυχοτρόπων φαρμάκων είναι ανεπαρκή, καθώς παιδιά με επιληψία αποκλείονται από τις διπλά τυφλές ελεγχόμενες φαρμακολογικές μελέτες.
Ψυχογενείς μη επιληπτικές κρίσεις
Όταν δεν υπάρχουν ΗΕΓ ευρήματα, είναι δύσκολη η διαφοροποίηση της επιληψίας από τις ψυχογενείς μη επιληπτικές κρίσεις. Ο όρος «ψυχογενείς μη επιληπτικές κρίσεις» ή «ψευδοκρίσεις» περιγράφει επεισόδια που μοιάζουν με επιληπτικές κρίσεις, αλλά αποτελούν σωματική εκδήλωση ψυχικής δυσφορίας, χωρίς νευρολογική βάση (38) (πίνακας 2).
Τα παραδοσιακά θεωρούμενα ως διαφοροδιαγνωστικά στοιχεία (απουσία τραυματισμού μετά από πτώση – απώλεια συνείδησης απουσία απώλειας ούρων- κοπράνων, έκλυση μετά από υποβολή ή στρες, επίπεδα προλακτίνης) δεν έχει επιβεβαιωθεί ότι διακρίνουν μεταξύ «ψυχογενών» και «πραγματικών» κρίσεων.Aκόμη και ειδικοί στην επιληψία σφάλουν σε μία στις τέσσερις περιπτώσεις και ενδεικνυόμενη δοκιμασία είναι η καταγραφή με βίντεο παράλληλα με την εκτέλεση ΗΕΓ. Τυπική καταγραφή κρίσεως στο βίντεο χωρίς παράλληλα ηλεκτροεγκεφαλογραφικά ευρήματα θέτει την διάγνωση (38).
Η ψυχιατρική παρέμβαση συνίσταται: 1) στο να καθοριστεί ο ρόλος του ψυχιάτρου, να εξηγηθούν οι δυσκολίες στην διάγνωση και να τονιστεί ότι «ψυχογενής» δεν σημαίνει προσποίηση 2) σε πλήρη ψυχιατρική εκτίμηση 3) στην συνεργασία μεταξύ ψυχιάτρου – νευρολόγου.
ΛΟΙΜΩΞΕΙΣ ΤΟΥ ΚΝΣ ΚΑΙ ΑΥΤΟΑΝΟΣΕΣ – ΜΕΤΑΛΟΙΜΩΔΕΙΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ
Συστηματικές λοιμώξεις (AIDS, κυστικέρκωση, σύφιλις, νόσος Lyme, νόσος Creutzfeldt-Jakob) καθώς και λοιμώξεις του Κ.Ν.Σ , μπορεί να προκαλέσουν σημαντικά νευροψυχιατρικά προβλήματα (39, 40, 41, 42, 43,44). Οι ψυχιατρικές εκδηλώσεις εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες, όπως την ηλικία του ξενιστή, την ανοσολογική του κατάσταση και ψυχολογικούς παράγοντες (43).
Λοιμώξεις του Κ.Ν.Σ.
Οι λοιμώξεις του κεντρικού νευρικού συστήματος μπορεί να έχουν τόσο οξέα, όσο και χρόνια νευρολογικά και ψυχιατρικά επακόλουθα, όπως επιληπτικές κρίσεις, εστιακά νευρολογικά σημεία, απώλεια ακοής, γνωσιακά ελλείμματα και αλλαγές στην προσωπικότητα (39). Αλλαγές στην νοητική κατάσταση σε εμπύρετο ασθενή κινούν υποψία εγκεφαλίτιδας. Η εγκεφαλίτιδα από απλό έρπητα εμφανίζεται με χαρακτηριστική εικόνα αλλοιωμένου επιπέδου συνείδησης, απώλειας μνήμης, αλλαγή στην προσωπικότητα, σύγχυση, και οσφρητικές ψευδαισθήσεις (39).
Λοίμωξη ΗΙV και ΑΙDS
Ο ιός ΗΙV είναι νευροδιεισδυτικός (μπορεί να εισβάλει στο νευρικό σύστημα), νευροτροφικός (μπορεί να επιβιώνει στο εσωτερικό των νευρικών κυττάρων) και νευρολοιμογόνος (μπορεί να προκαλέσει νόσο του νευρικού συστήματος). Προκαλεί νευρο-γνωστική δυσλειτουργία, που σε αρχικά στάδια της λοίμωξης (ακόμη και όταν δεν υπάρχει ενεργή νόσος) είναι ήπια και χαρακτηρίζεται από διαταραχή στην προσοχή – συγκέντρωση, προβλήματα μνήμης, νοητική και κινητική επιβράδυνση, ασυνέργεια των κινήσεων, αλλαγές στην προσωπικότητα, ευερεθιστότητα και συναισθηματική ευμεταβλητότητα (45). Η ΗΙV-άνοια χαρακτηρίζεται από προβλήματα συγκέντρωσης, προβλήματα στην ταχύτητα επεξεργασίας της πληροφορίας, της λογικής και αφαιρετικής σκέψης, της μνήμης, της μάθησης και του λόγου, καθώς και προβλήματα στην κινητικότητα, στην συναισθηματική και στην κοινωνική συμπεριφορά, ενώ μπορεί να συνοδεύεται από διέγερση και ψύχωση (45). Συνηθέστερη ψυχιατρική εκδήλωση είναι η κατάθλιψη. Αναφέρονται επίσης υψηλά ποσοστά μανίας, που εμφανίζονται με αυξημένη συχνότητα κατά την έναρξη του ΑΙDS και συμπίπτουν με την γνωστική επιδείνωση. Το μανιακό σύνδρομο του ΑΙDS διαφέρει φαινομενολογικά από την τυπική εικόνα της διπολικής διαταραχής από την παρουσία ευερεθιστότητας, αντί για ευφορία. Τα ψυχωσικά συμπτώματα είναι πιο σπάνια, αλλά αυξάνονται παράλληλα με την νευρογνωστική έκπτωση (45).
Τα ψυχιατρικά συμπτώματα πρέπει να αντιμετωπίζονται λαμβάνοντας υπ’ όψιν τους σύνθετους βιολογικούς, ψυχολογικούς και κοινωνικούς παράγοντες που συνδέονται με την ΗΙV λοίμωξη. Οι ψυχοφαρμακολογικές στρατηγικές είναι σε γενικές γραμμές ίδιες με αυτές που εφαρμόζονται στον γενικό πληθυσμό, αλλά η ευαισθησία στις ανεπιθύμητες ενέργειες των φαρμάκων είναι αυξημένη.
Χορεία Sydenham
Αποτελεί μία από τις κύριες εκδηλώσεις του ρευματικού πυρετού και είναι από μόνη της αρκετή για να τεθεί η διάγνωση πρώτης προσβολής ρευματικού πυρετού (46). Η χορεία μπορεί να εμφανιστεί 1-7 μήνες μετά από στρεπτοκοκκική λοίμωξη και διαρκεί από ένα μήνα έως δύο χρόνια. Ο συνήθης χρόνος ανάνηψης είναι 1-6 μήνες, ενώ η χορεία παραμένει στο 20%-50% των ασθενών. Νευροπαθολογικές, νευροαπεικονιστικές αλλά και παθολογοανατομοκές μελέτες έχουν δείξει φλεγμονώδεις και εκφυλιστικές αλλοιώσεις κυρίως στα βασικά γάγγλια και σε μικρότερο βαθμό στο φλοιό.
Η κλινική εικόνα χαρακτηρίζεται από ακούσιες κινήσεις, μυική αδυναμία, μειωμένο έλεγχο της λεπτής κινητικότητας, δυσαρθρία και διαταραχές της συμπεριφοράς. Οι ακούσιες κινήσεις εντοπίζονται κυρίως στο πρόσωπο και στα άνω άκρα, παύουν κατά τον ύπνο, επιτείνονται από την κούραση και το στρες και επηρεάζουν τις εκούσιες κινήσεις. Το παιδί μπορεί να έχει αδέξιο βάδισμα, να πέφτουν τα πράγματα από τα χέρια του, να παρουσιάζει ομιλία με εκρηκτικά ξεσπάσματα και να γίνει ακατάστατος ο γραφικός ΤΟΥ χαρακτήρας. Η μυϊκή αδυναμία μπορεί να είναι τόσο έντονη, ώστε να καλύπτει τη χορεία. Ηλεκτροεγκεφαλογραφικές ανωμαλίες είναι συχνές, αν και σπάνια παρατηρούνται επιληπτικές κρίσεις. Αυξημένος τίτλος αντινευρωνικών αντισωμάτων αποτελεί σταθερό εύρημα σε πολλές μελέτες ασθενών με χορεία Sydenham (46).
Τα ψυχολογικά συμπτώματα είναι έντονα, αλλά συχνά παραμένουν αδιάγνωστα, είτε γιατί το παιδί ντρέπεται να τα αναφέρει, είτε γιατί ο γιατρός τα αποδίδει σε αντίδραση προσαρμογής στη νόσο. Περιλαμβάνουν συναισθηματική αστάθεια, εφιάλτες, άγχος αποχωρισμού, μειωμένο εύρος προσοχής και ιδεοψυχαναγκαστικά συμπτώματα. Προηγούνται κατά 2-4 εβδομάδες των κινητικών συμπτωμάτων, κορυφώνονται παράλληλα με αυτά και συνήθως υφίενται καθώς υποχωρεί η χορεία, μπορεί όμως και να παραμείνουν για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η συχνότητά τους πιθανόν αυξάνεται μετά από επαναλαμβανόμενα επεισόδια χορείας (46). Ως υπολειπόμενα συμπτώματα αναφέρονται ανωμαλίες στο ΗΕΓ και στην κινητικότητα (τρόμος, έκτοπες κινήσεις, διαταραχή συντονισμού), επίμονα νευροψυχιατρικά προβλήματα και βαλβιδοπάθεια.
Η χρήση αντιβιοτικών στη θεραπεία και προφύλαξη από τις στρεπτοκοκκικές λοιμώξεις έχει μειώσει την συχνότητα εμφάνισης χορείας Sydenham. Η θεραπεία των συμπτωμάτων (κινητικών και ψυχιατρικών) ενδείκνυται όταν αυτά προκαλούν σοβαρή διαταραχή της λειτουργικότητας. Μέχρι προσφάτως δεν υπήρχε ελεγχόμενη μελέτη για τη θεραπεία. Πάντως υπάρχει συμφωνία στην ανάγκη θεραπείας προφύλαξης με πενικιλλίνη. Για τις διαταραχές της κινητικότητας έχουν χρησιμοποιηθεί κυρίως ντοπαμινεργικά (αλοπεριδόλη,πιμοζίδη,χλωροπρομαζίνη, τετραβεναζίνη) και αντισπασμωδικά (βαλπροικό οξύ, καρβαμαζεπίνη) φάρμακα. Η αντιμετώπιση των ψυχιατρικών συμπτωμάτων είναι φαρμακευτική/ψυχοθεραπευτική, ανάλογα με την παρούσα ψυχιατρική συμπτωματολογία.
PANDAS
Πρόσφατα έχει περιγραφεί μία ομάδα παιδιατρικών ασθενών με προηγηθείσα λοίμωξη από β-αιμολυτικό στρεπτόκοκκο της ομάδας Α, που παρουσιάζει ιδεοψυχαναγκαστικά και άλλα ψυχιατρικά συμπτώματα και διαταραχές της κινητικότητας και στην οποία θεωρείται σημαντικός ο ρόλος της αυτοανοσίας (46). Η ομάδα αυτή επονομάστηκε PANDAS (Pediatric Autoimmune Neuropsychiatric Disorders Associated with group A Streptococcal infection), δεν αποτελεί ακόμη διάγνωση, αλλά είναι αντικείμενο ευρέων μελετών. Ορίζεται από 5 κριτήρια:
1) Παρουσία Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής ή Διαταραχής Μυοσπασμάτων (συνδρόμου Tourette)
2) Έναρξη των συμπτωμάτων πριν την εφηβεία
3) Απότομη έναρξη και πορεία κατά επεισόδια, με τα συμπτώματα να υποχωρούν σε διάστημα εβδομάδων ή μηνών και συχνά να εξαφανίζονται μεταξύ των υποτροπών
4) Χρονική συσχέτιση με λοίμωξη από Β-αιμολυτικό στρεπτόκοκκο της ομάδας Α
5) Παρουσία νευρολογικών ανωμαλιών κατά την περίοδο έξαρσης των συμπτωμάτων
Το 95% των παιδιών της ομάδας PANDAS παρουσιάζουν χορειόμορφες κινήσεις (μικρές ακούσιες κινήσεις που συμβαίνουν ακανόνιστα και άρρυθμα σε διάφορους μύες, κυρίως των άνω άκρων και του προσώπου) που εκλύονται κατά τη νευρολογική εξέταση σε αντίθεση με χορειακές κινήσεις, που είναι παρούσες συνεχώς και υποδηλώνουν χορεία Sydenham.
Θεραπευτικά συνιστάται αντιβίωση μόνον εφ’ όσον συνυπάρχει ενεργή στρεπτοκοκκική λοίμωξη. Τα ψυχιατρικά συμπτώματα αντιμετωπίζονται φαρμακευτικά και ψυχοθεραπευτικά, όπως ενδείκνυται για την Ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή και τις διαταραχές μυοσπασμάτων .
ΟΓΚΟΙ ΤΟΥ Κ.Ν.Σ.
Στους ενηλίκους, οι όγκοι του ΚΝΣ προκαλούν συχνά νευροψυχιατρικές διαταραχές όπως γνωστική έκπτωση, επιβράδυνση της σκέψης, μειωμένη προσοχή, ευερεθιστότητα, αλλαγές προσωπικότητας, ιδεοψυχαναγκαστικού τύπου συμπτωματολογία, αγχώδεις διαταραχές, κατάθλιψη, ανορεξία, μανιακά και ψυχωσικά συμπτώματα (47,48). Ανασκόπηση της βιβλιογραφίας δείχνει ότι δεν υπάρχει συσχετισμός μεταξύ ιστολογικού τύπου ή εντοπισμού του όγκου, και ψυχιατρικών συμπτωμάτων (49).
Στα παιδιά, οι νευροψυχιατρικές εκδηλώσεις είναι σπανιότερες, και τα συμπτώματα εμφανίζονται σε προχωρημένα στάδια της νόσου (50). Σε παιδιά με όγκους υποθαλάμου-θαλάμου εμφανίζεται υπνηλία, αλλαγές στην προσωπικότητα και παράλογη συμπεριφορά. Οι όγκοι του μετωπιαίου λοβού προκαλούν αλλαγές στις συνήθειες ύπνου και φαγητού (50). Όγκοι στην παρεγκεφαλίδα προκαλούν διαταραχή στις επιτελικές λειτουργίες, προβλήματα στην αναγνώριση του χώρου, επιπέδωση συναισθήματος, άρση αναστολών, προβλήματα στην ομιλία (47).
Οι Undurraga και συν αναφέρουν περίπτωση εφήβου 17 ετών που εμφάνισε βαθμιαία κοινωνική απόσυρση, απάθεια, παραμέληση προσωπικής φροντίδας, μείωση σχολικής επίδοσης, υπερυπνία, ψυχοκινητική αναστολή, επιπέδωση συναισθήματος, απρόσφορο συναίσθημα, απώλειες στην βραχυπρόθεσμη μνήμη, μειωμένη βλεμματική επαφή, πτωχό περιεχόμενο λόγου, ακουστικές και οπτικές ψευδαισθήσεις (47). Η νευρολογική εξέταση έδειξε περιορισμό της άνω βλεμματικής στροφής και η MRI εγκεφάλου την ύπαρξη εγκεφαλικής μάζας. Η διάγνωση που τέθηκε ήταν σπερματογονίωμα εγκεφάλου.
Το κλινικό αυτό παράδειγμα δείχνει την συνήθη διαδρομή στην διάγνωση όγκων του ΚΝΣ σε ψυχιατρικούς ασθενείς: 1) εμφάνιση ψυχιατρικών συμπτωμάτων, 2) εμφάνιση εστιακών ή γενικευμένων νευρολογικών συμπτωμάτων, 3) απεικόνιση εγκεφάλου, 4) εντοπισμός της εγκεφαλικής βλάβης (51).H μαγνητική τομογραφία είναι μεν διαγνωστική, αλλά συχνά έχει περάσει πολύτιμος χρόνος. Ως εκ τούτου, καλό να μην περιορίζεται η εκτέλεση MRI στις περιπτώσεις με νευρολογικά σημεία, αλλά να γίνεται και στους ασθενείς με ασυνήθιστη κλινική εικόνα ή πορεία ψυχιατρικών διαταραχών (49,51).
Ιδιαίτερη κατηγορία όγκων του ΚΝΣ αποτελούν οι φακοματώσεις. Πρόκειται για ομάδα κληρονομικών νόσων που χαρακτηρίζονται από ανάπτυξη δυσπλασιών και όγκων σε διάφορα όργανα, κυρίως όμως στο ΚΝΣ και στο δέρμα. Στην ομάδα περιλαμβάνονται η νευρινωμάτωση, η οζώδης σκλήρυνση, το σύνδρομο Sturge-Weber, η νόσος von Hippel-Lindau, και η αταξία-τελαγγειεκτασία. Όλες οι φακοματώσεις συνοδεύονται συχνά από νευροψυχιατρικές εκδηλώσεις.
Νευρινωμάτωση Ι (νόσος Von Recklinghausen)
Αποτελεί συχνή(1/2500-1/4500) κληρονομική πάθηση με αυτοσωματικό επικρατούντα χαρακτήρα, αλλά το 30% -50% των περιπτώσεων οφείλονται σε νέα μετάλλαξη (40,52). Ξεκινά στην βρεφική ή νηπιακή ηλικία. Χαρακτηρίζεται από καφεγαλακτόχρωες κηλίδες, δερματικά νευρινώματα (καλοήθεις υποδόριοι όγκοι) και αμαρτώματα της ίριδας (όγκοι Lisch), εφηλίδες στις μασχάλες και στις βουβωνικές περιοχές, οπτικό γλοίωμα, καρδιοαγγειακά προβλήματα, σκελετικές δυσμορφίες, νοητική υστέρηση (21%, επιληπτικές κρίσεις (7%), μαθησιακές δυσκολίες (40%-60%), προβλήματα λόγου (50%), (40,52). Συχνά αναφέρονται προβλήματα προσοχής, άγχος, κατάθλιψη, χαμηλή αυτοεκτίμηση και κοινωνική απόσυρση (40).
Οζώδης σκλήρυνση
Αρκετά συχνή (1/7000–1/12000) πάθηση, ιδίως στις μικρότερες ηλικιακές ομάδες. Κληρονομείται με αυτοσωματικό επικρατούντα τύπο αλλά παρουσιάζει και υψηλή συχνότητα νέων μεταλάξεων (58%-68%). Επηρεάζει τον εγκέφαλο, την καρδιά, το δέρμα, τους νεφρούς και τους πνεύμονες. Oι χαρακτηριστικές βλάβες εμφανίζονται στον εγκέφαλο (σκληρωτικοί όζοι διάσπαρτοι στην φαιά ουσία και οζίδια γύρω από τις κοιλίες), στο δέρμα (μικρά ερυθρά ή καφετί οζίδια κατανεμημένα δίκην πεταλούδας στην μύτη και στα μάγουλα, υποχρωματικές κηλίδες, ίνωμα των ούλων) και συχνά στους νεφρούς (αγγειομυολιπώματα) (40). Συνηθέστερο κλινικό σημείο είναι οι επιληπτικές κρίσεις (80%). Συνυπάρχει ήπια έως βαριά νοητική υστέρηση (50% – 70%), αυτισμός ή άλλη διαταραχή του αυτιστικού φάσματος (43% – 61%), Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής/Υπερκινητικότητα (35%), καταστροφική ή αυτοκαταστροφική συμπεριφορά (35%) και προβλήματα ύπνου (50%) (40, 53). Ο αριθμός των εγκεφαλικών βλαβών σχετίζεται θετικά με την βαρύτητα των ψυχιατρικών και νευρολογικών προβλημάτων.
ΠΕΡΙΓΕΝΗΤΙΚΑ ΣΥΜΒΑΜΑΤΑ ΚΑΙ ΚΑΚΩΣΕΙΣ ΤΟΥ Κ.Ν.Σ.
Το οξύ περιγενητικό στρές (ενδοκοιλιακή αιμοραγία, λευκομαλακία, προωρότητα με βάρος γέννησης<1,5 kg, ηλικία κύησης<29 εβδομάδες) θεωρείται αιτία εγκεφαλικής βλάβης (44). Δεν είναι γνωστό όμως σε τι βαθμό οι νευρολογικές αλλοιώσεις εκφράζονται ως ψυχολογικές διαταραχές. Ο αναπτυσσόμενος εγκέφαλος διαθέτει πλαστικότητα και προσπαθεί να αναπληρώσει τις βλάβες. Έτσι είναι πιθανόν τα επακόλουθα της βλάβης να εντοπίζονται μόνο με λεπτομερή νευροψυχολογική εκτίμηση.
Η περιγενητική ασφυξία (υποξία, υπερκαπνία, ισχαιμία) ευθύνεται για το 1/5 των περιπτώσεων μέσης-σοβαρής νοητικής υστέρησης, αλλά δεν προεξοφλεί την δημιουργία νευροαναπτυξιακών προβλημάτων. Πολλά βρέφη ανανήπτουν από την ασφυξία χωρίς νευροαναπτυξιακά ελλείμματα. Εφόσον δεν παρουσιαστούν νευρολογικές ή συμπεριφορικές ανωμαλίες σε επαναλαμβανόμενους ελέγχους, και η αξονική τομογραφία εγκεφάλου είναι φυσιολογική κατά την νεογνική περίοδο, δεν είναι πιθανόν να προκύψουν προβλήματα αργότερα (55).
Οι κακώσεις του ΚΝΣ μπορεί να αποτελέσουν αιτία αλλαγών στην προσωπικότητα. Πολλοί παράγοντες επηρεάζουν την διαμόρφωση της προσωπικότητας μετά από εγκεφαλική κάκωση από τους οποίους προεξάρχουν η προνοσηρή προσωπικότητα, η γενικευμένη εγκεφαλική διαταραχή και η εστιασμένη βλάβη (ιδιαίτερα όταν αφορά στον μετωπιαίο λοβό. Στοιχεία της προνοσηρής προσωπικότητας μπορεί να υπερμεγεθυνθούν όπως η αγάπη προς την τακτοποίηση να γίνει εμμονή. Η γενικευμένη εγκεφαλική διαταραχή μπορεί να προκαλέσει ήπια συμπτώματα, που (πίνακας 5) εκφράζονται σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα της εστιακής βλάβης και της μετατραυματικής διαταραχής στρες (54).
Οι κακώσεις του ΚΝΣ μπορεί επίσης να προκαλέσουν αλλαγές στην γνωστική λειτουργία.Συχνά είναι τα προβλήματα μνήμης (εκμάθηση νέου υλικού και ανάκληση), ψυχοκινητική επιβράδυνση (σε σοβαρές κακώσεις), κατάθλιψη (20%-50%), αυξημένη αυτοκτονικότητα και σπανιότερα ψυχωσικά συμπτώματα (σε κακώσεις αριστερού κροταφικού λοβού).Οι εγκεφαλικές κακώσεις μπορούν να επιδράσουν αρνητικά στον αναπτυσσόμενο εγκέφαλο, είτε σε λειτουργίες που έχουν εμπεδωθεί, είτε σε λειτουργίες που αναδύονται κατά τον χρόνο της κάκωσης, είτε σε λειτουργίες που πρόκειται να εμφανιστούν αργότερα (44). Οι επιπτώσεις είναι σοβαρότερες για παιδιά μικρότερα των 2 ετών και οι βλάβες δεν αναπληρώνονται εύκολα, όπως συμβαίνει στις αγγειακές βλάβες. Οι συνέπειες στην συμπεριφορά ποικίλουν. Συχνά παρατηρείται άρση αναστολών και επιπόλαιη συμπεριφορά, μη ενασχόληση με σημαντικές δραστηριότητες (π.χ. σχολείο), ευμετάβλητη και «εύκολη» συναισθηματικότητα και κοινωνική ανωριμότητα. Μπορεί να υπάρχουν διαταραχές του συναισθήματος, άγχος και διέγερση, είτε ανεξάρτητα, είτε στα πλαίσια μετατραυματικής διαταραχής στρες.
Ο ρόλος του παιδοψυχιάτρου είναι σημαντικός στο εντοπισμό των ελλειμμάτων αλλά και των δυνατοτήτων του παιδιού, στον σχεδιασμό εκπαιδευτικών παρεμβάσεων, στην υποστήριξη της οικογένειας και στην παροχή φαρμακευτικής θεραπείας για τα επί μέρους συμπτώματα.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Ο ψυχίατρος παιδιών/εφήβων καλείται να διακρίνει μεταξύ ψυχοπαθολογικών φαινομένων και νευρολογικών διαταραχών καθώς και να διαγνώσει και να αντιμετωπίσει την ψυχιατρική συνοσηρότητα των νευρολογικών διαταραχών. Θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς: είναι χρήσιμο να περιλαμβάνονται στην παιδοψυχιατρική διαφοροδιάγνωση σπάνιες νευρολογικές παθήσεις, που έχουν χαρακτηριστεί «ορφανά» της ιατρικής; Η απάντηση είναι σαφώς καταφατική. Η ορθή διάγνωση θεραπεύσιμων νόσων (φαινυλκετονουρία, νόσος Wilson, κ.α.) δίνει την δυνατότητα πρώιμης παρέμβασης, χωρίς την οποία θα είχαν πολύ αρνητική έκβαση. Όταν δεν υπάρχει θεραπεία της νόσου η κατάλληλη ενημέρωση, οι ανακουφιστικές παρεμβάσεις, η ψυχολογική υποστήριξη και η γενετική συμβουλευτική, προσφέρουν σημαντικά στην βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών και των οικογενειών τους.
Η αναζήτηση της συνάφειας μεταξύ οργανικής βλάβης και ψυχιατρικών εκδηλώσεων, μπορεί να βοηθήσει στην κατανόηση της αιτιοπαθογένειας των διαταραχών, αλλά και στην ταυτοποίηση νέων διαταραχών. Ίσως γνωρίζαμε περισσότερα νευροψυχιατρικά σύνδρομα, εάν ο οργανικός έλεγχος αποτελούσε συνηθέστερη ψυχιατρική τακτική. Δεν θα πρέπει να παραλείπεται η ανασκόπηση των συστημάτων κατά την λήψη ιστορικού, η αναζήτηση οικογενειακού ιστορικού νευρολογικών παθήσεων, η καταγραφή δυσμορφιών και σωματικών στιγμάτων, η εκτίμηση του νευρικού συστήματος μέσω παρατήρησης (παιχνίδι και άλλες δραστηριότητες κατά την διάρκεια της εξέτασης) και πλήρης νευρολογική εκτίμηση όταν υπάρχουν ενδείξεις διαταραχής. Αξιολογείται επίσης η άτυπη ψυχιατρική κλινική εικόνα και το ιστορικό αιμομιξίας. Αναλόγως των ευρημάτων είναι χρήσιμος ο εργαστηριακός έλεγχος (βιοχημικός, απεικονιστικός, γενετικός) και η συνεργασία με άλλους ειδικούς.
BΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Cummings JL. Concise guide to Neuropsychiatry and Behavioral Neurology, 2nd edition. Cummings JL, Trimble R, ed. American Psychiatric Publishing, London, 2002.
2. Mitchell AJ. Principles of clinical neuropsychiatric assessment. In: Neuropsychiatry and behavioral neurology explained, Mitchell AJ, Saunders, China, 2004.
3. Rivinus TM, Jamison DL, Graham PJ. Childhood organic neurological disease presenting as psychiatric disorder. Archives of Disease in Childhood 1975; 50:115-119.
4. Ηarris JC. Behavioral phenotypes. In: Developmental neuropsychiatry, Harris JC, ed. Oxford University Press, New York, 1998.
5. Menkes JH. Chromosomal anomalies. In: Textbook of child neurology, 4th edition, Menkes JH, ed. Lea &Febiger. Malvern, United Kingdom, 1990
6. Ηarris JC. Cytogenetic and other genetic disorders associated with behavioral phenotypes. In: Developmental neuropsychiatry, Harriw JC, ed. Oxford University Press, New York, 1998.
7. Schneider A, Hagerman RJ, Hessl D. Fragile X syndrome – From genes to cognition. Developmental Disabilities Research Reviews 2009; 15:333-342.
8. Προκοπάκη Κ. Αυτισμός – Διάχυτες Αναπτυξιακές Διαταραχές: Νέα δεδομένα στην κατανόηση της παθογένεσης. Ιατρικό Βήμα 2005;98:28-34.
9. Utari A, Chonchaiya W, Rivera SM, et al. Side effects of minocyclin treatment in patients with fragile X syndrome and exploration of outcome measures. American Journal on Intellectual and Developmental Disabilities 2010; 115(5):433-443.
10. Anderson KE. Huntington’s disease and related disorders. Psychiatric Clinics of North America 2005; 28:275-290.
11. Walker FO. Huntington’s disease. The Lancet 2007; 9:218-228.
12. Menkes JH. Heredodegenerative diseases. In: Textbook of child neurology, 4th edition, Menkes JH, ed. Lea &Febiger. Malvern, United Kingdom, 1990
13. Παπάζογλου Θ, Ψώνη Σ, Φρυσίρα Ε, και συν. Σύνδρομο Rett, περιγραφή περίπτωσης. Δελτίο Α’ Παιδιατρικής Κλινικής Πανεπιστημίου Αθηνών 2007;54:266-273.
14. Neul JL, Kaufmann WE, Glaze DG, et al. Rett syndrome: Revised diagnostic criteria and nomenclature. Annals of Neurology 2010; 68(6):944-950.
15. Lahutte B, Cornic F, Bonnot O, et al. Multidisciplinary approach of organic catatonia in children and adolescents may improve treatment decision making. Progress in Neuro-Psychopharmacology and Biological Psychiatry 2008; 32:1393-1398.
16. Sedel F, Baumann N, Turpin JC, et al. Psychiatric manifestations revealing inborn errors of metabolism in adolescents and adults. Journal of Inherited Metabolic Diseases 2007; 30:631-641.
17. Williams RA, Mamotte CDS, Burnett JR. Phenylketonuria: An inborn error of phenylalanine metabolism. Clin Biochem Rev 2008; 29:31-41.
18. 18.Brumm VL.Bilder D, Waisbren SE. Psychiatric symptoms and disorders in phenylketonuria. Molecular Genetics and Metabolism 2010; 99; S59-63.
19. Gentile JK, Ten Hoedt AE, Bosch AM. Psychosocial aspects of PKU: hidden disabilities-a review. Molecular Genetics and Metabolism 2010; 99:S64-67.
20. Ala A, Walker AP, Ashkan K, et al. Wilson’s disease. The Lancet 2007; 369:397-408.
21. Srinivas K, Sinha S, Taly AB, et al. Dominant psychiatric manifestations in Wilson’s disease: A diagnostic and therapeutic challenge. Journal of Neurological Sciences 2008; 266:104-108.
22. Vanier MT. Niemann-Pick disease type C. Orphanet Journal of Rare Diseases 2010; 5:16.
23. Cummings JL, Trimble R. Concise guide to Neuropsychiatry and Behavioral Neurology, 2nd edition. Cummings JL, Trimble R, ed. American Psychiatric Publishing, London, 2002.
24. MacFaul R, Cavanagh N, Lake BD, et al. Metachromatic leucodystrophy: review of 38 case. Archives of Disease in Childhood 1982; 57:168-175.
25. Αustin JK, Caplan R. Behavioral and psychiatric comorbidities in pediatric epilepsy: Τoward an integrative model. Epilepsia 2007; 48(9):1639-1651.
26. Plioplys S, Dunn D, Caplan R. 10-year research update review: Psychiatric problems in children with epilepsy. J Am Acad Child Adolesc Psychiatry 2007; 46(11):1389-1402.
27. Rodenburg R, Stams GJ, Aldenkamp AP, et al. Psychopathology in children with epilepsy: a meta-analysis. J Pediatr Psychol 2005; 30(6):453-468.
28. Holtmann M, Becker K, Kentner-Figura B, et al. Increased frequency of rolandic spikesin ADHD children. Epilepsia 2003; 44:1241-1244.
29. Aldenkamp AP, Arends J. The relative influence of epileptic EEG discharges, short nonconvulsive seizures, and type of epilepsy on cognitive function. Epilepsia 2004; 45:54-63.
30. Caplan R, Siddarth P, Hanson R, et al. Depression and anxiety disorders in pediatric epilepsy. Epilepsia 2005; 46:720-730.
31. Caplan R, Arbelle S, Magharious W, et al. Psychopathology in pediatric complex partial and primary generalized epilepsy. Dev Med Child Neural 1998; 40:805-811.
32. Elliot B, Joyce E, Shorvon S. Delusions, illusions and hallucinations in epilepsy: 2. Complex phenomena and psychosis. Epilepsy Res 2009; 85(2-3):172-186.
33. Clarke DF, Boop FA, McGregor AL, et al. Pediatric extratemporal epilepsy presenting with a complex auditory aura. Epileptic Disorders 2008; 10(2):181-186.
34. Sumer MM, Atik L, Emre U et al. Frontal lobe epilepsy presented as ictal aggression. Neurological Sciences 2007; 28(1):48-51.
35. Elliot B, Joyce E, Shorvon S. Delusions, illusions and hallucinations in epilepsy: 1. Elementary phenomena. Epilepsy Res 2009; 85(2-3):162-171.
36. Mesulam M. Dissociative states with abnormal temporal lobe EEG. Archives of Neurology 1981; 38:176-181.
37. Baum KT, Byars AW, deGraw TJ, et al. Temperament, family environment, and behavior problems in children with new onset seizures. Epilepsy Behav 2007; 10:319-327.
38. Alsaadi TM, Vinter Marquez A. Psychogenic nonepileptic seizures. American Family Physician 2005; 72(5):849-856.
39. Ziai WC, Lewin JJ. Update in the diagnosis and management of central nervous system infections. Neurologic Clinics 2008; 26:427-468.
40. Devlin A. Paediatric neurological examination. Advances in Psychiatric Treatment 2003; 9:125-134.
41. Fallon BA, Nields JA. Lyme disease: a neuropsychiatric illness. American Journal of Psychiatry 1994; 151(11):1571-1580.
42. Zeidler M, Johnstone EC, Bamber PWK, et al. New variant Creutzfeldt-Jacob dsease: psychiatric features. The Lancet 1997; 9082:908-910.
43. 43 Levenson JL. Psychiatric issues in infectious diseases. Primary Psychiatry 2006; 13(5):29-32.
44. Taylor E, Rogers JW. Practitioner review: Early adversity and developmental disorders. Journal of Child Psychology and Psychiatry 2005; 46(5):451-467.
45. Dube B, Benton T, Cruess D, et al. Neuropsychiatric manifestations of HIV infection and AIDS. Journal of Psychiatry and Neurosciences 2005; 30(4):237-246.
46. Προκοπάκη Κ. Μικροβιακοί και ανοσολογικοί παράγοντες στην παθογένεση παιδιατρικών νευροψυχιατρικών διαταραχών. Δελτ Α’ Παιδιατρ Κλιν Πανεπ Αθηνών 2008;55:341-357.
47. Undurraga J, Immaculada B, Valenti M, et al. Brain germinoma presnting as a first psychotic episode in an adolescent mail. Eur Child Adolesc Psychiatry 2010; 19:741-742.
48. Cummings JL, Trimble R. Neuropsychiatric syndromes associated with brain tumors. In: Concise guide to Neuropsychiatry and Behavioral Neurology, 2nd edition. Cummings JL, Trimble R, ed. American Psychiatric Publishing, London, 2002.
49. Madhusoodanan S, Danan D, Moise D. Psychiatric manifestations of brain tumors. Expert Rev Neurother 2007; 7(4):343-349.
50. Menkes JH. Tumors of the CNS. In: Textbook of child neurology, 4th edition, Menkes JH, ed. Lea &Febiger. Malvern, United Kingdom, 1990
51. Bunevicius A, Deltuva VP, Deltuviene D, et al. Brain lessions manifesting as psychiatric disorders: eight cases. CNS spectrum 2008; 13(11):950-958.
52. Καρατζά – Ξιφιλίδου Ε, Ρίτσας Ι, Κοτζαερίδου Ο, και συν. Νευρινωμάτωση τύπου Ι, ή νόσος Von Recklinghausen. Σπάνια προσβολή τεσσάρων μελών μιας οικογένειας. Παιδιατρική Βορείου Ελλάδος 2004;16;84-90.
53. Ηarris JC. Cytogenetic and other genetic disorders. In: Developmental neuropsychiatry, Harris JC, ed. Oxford University Press, New York, 1998.
54. Cummings JL, Trimble R. Head injury and its sequelae. In: Concise guide to Neuropsychiatry and Behavioral Neurology, 2nd edition. Cummings JL, Trimble R, ed. American Psychiatric Publishing, London, 2002.
55. Menkes JH. Postnatal trauma and injuries by physical agents. In: Textbook of child neurology, 4th edition, Menkes JH, ed. Lea &Febiger. Malvern, United Kingdom, 1990
Πίνακας 1: Διαγνωστικό σφάλμα σε 12 παιδιά με νευρολογική διαταραχή
Ψυχιατρική διάγνωση
1. Αγχώδης διαταραχή
2. Παιδική ψύχωση
3. Διαταραχή συμπεριφοράς
4. Παιδική ψύχωση
5. Διαταραχή διαγωγής
6. Υστερική αντίδραση
7. Διαταραχή συμπεριφοράς
8. Αγχώδης διαταραχή
9. Διαταραχή συμπεριφοράς
10. Συναισθηματική διαταραχή
11. Αγχώδης διαταραχή
12. Υστερική αντίδραση
Νευρολογική διάγνωση
1. Αστροκύτωμα σπονδυλικής στήλης
2. Nόσος Addison – Φυλοσύνδετη διάχυτη φλοιώδης σκλήρυνση
3. Συγγενής σύφιλις
4. Υποξεία σκληρυντική πανεγκεφαλίτις
5. Μεταχρωματική λευκοδυστροφία
6. Κυστικό αστροκύττωμα σπονδυλικής στήλης
7. Νόσος Batten
8. Οστέωμα σπονδύλου Ο5
9. Εκφυλιστική νόσος του Κ.Ν.Σ.
10. Πολυμυοσίτις
11. Αταξία Friedreich
12. Dystonia muscularum deformans
*Rivinus TM et al. Archives of diseases in childhood, 1975; 50:115
Πίνακας 1: Διαγνωστικό σφάλμα σε 12 παιδιά με νευρολογική διαταραχή
Ψυχιατρική διάγνωση
Αγχώδης διαταραχή
Παιδική ψύχωση
Διαταραχή συμπεριφοράς
Παιδική ψύχωση
Διαταραχή διαγωγής
Υστερική αντίδραση
Διαταραχή συμπεριφοράς
Αγχώδης διαταραχή
Διαταραχή συμπεριφοράς
Συναισθηματική διαταραχή
Αγχώδης διαταραχή
Υστερική αντίδραση
Νευρολογική διάγνωση
Αστροκύτωμα σπονδυλικής στήλης
Nόσος Addison – Φυλοσύνδετη διάχυτη φλοιώδης σκλήρυνση
Συγγενής σύφιλις
Υποξεία σκληρυντική πανεγκεφαλίτις
Μεταχρωματική λευκοδυστροφία
Κυστικό αστροκύττωμα σπονδυλικής στήλης
Νόσος Batten
Οστέωμα σπονδύλου Ο5
Εκφυλιστική νόσος του Κ.Ν.Σ.
Πολυμυοσίτις
Αταξία Friedreich
Dystonia muscularum deformans
*Rivinus TM et al. Archives of diseases in childhood, 1975; 50:115
Πίνακας 2: Συγγενείς διαταραχές του μεταβολισμού
Διαταραχές του μεταβολισμού των αμινοξέων
Διαταραχές της μεταφοράς των αμινοξέων
Διαταραχές του μεταβολισμού των υδατανθράκων
Οργανικές οξυουρίες
Νόσοι εναπόθεσης στα λυσοσώματα
Διαταραχές του μεταβολισμού των λιπιδίων
Διαταραχές του μεταβολισμού των μετάλλων
Διαταραχές του μεταβολισμού των πουρινών
Διαταραχές περοξισωμάτων
Λιπιδώσεις άγνωστης αιτιολογίας
Πίνακας 3: Ταξινόμηση ψυχογενών μη επιληπτικών κρίσεων
Λανθασμένη ερμηνεία σωματικών συμπτωμάτων
Αγχώδεις διαταραχές
Διαταραχή μετατραυματικού στρές
Απάντηση σε οξύ στρές
Διαταραχή μετατροπής (υστερικού τύπου)
Διασχιστικού τύπου διαταραχή
Υποχονδρίαση
Ψυχώσεις
Διαταραχή σωματοποίησης
Ενίσχυση δυσπροσαρμοστικών συμπεριφορών
*Alsaadi et al. American Family Physician 2005; 72(5):849-856
Πίνακας 4: Αναθεωρημένα κριτήρια για την διάγνωση του συνδρόμου Rett (2009)
Πιθανή παρουσία του συνδρόμου σε περίπτωση επιβράδυνσης της περιμέτρου κεφαλής
Απαιτούμενα για την τυπική μορφή συνδρόμου Rett
Περίοδος παλινδρόμησης ακολουθούμενη από βελτίωση ή σταθεροποίηση
Όλα τα κύρια κριτήρια και όλα τα κριτήρια αποκλεισμού
Δεν απαιτούνται τα υποστηρικτικά κριτήρια, αν και είναι συχνά παρόντα
Απαιτούμενα για τις άτυπες μορφές συνδρόμου Rett
Περίοδος παλινδρόμησης ακολουθούμενη από βελτίωση ή σταθεροποίηση
Δύο από τα κύρια κριτήρια
Πέντε από τα υποστηρικτικά κριτήρια
Κύρια κριτήρια
Μερική ή πλήρης απώλεια των επίκτητων σκόπιμων κινήσεων των χεριών
Μερική ή πλήρης απώλεια της ομιλίας
Ανωμαλίες βάδισης δυσπραξική ή απούσα)
Στερεοτυπικές κινήσεις των χεριών
Κριτήρια αποκλεισμού (ισχύουν μόνο για τις τυπικές μορφές)
Τραυματική εγκεφαλική βλάβη, νευρομεταβολική διαταραχή, βαριά λοίμωξη με ακόλουθα νευρολογικά προβλήματα
Εμφανώς ανώμαλη ψυχοκινητική εξέλιξη τους 6 πρώτους μήνες της ζωής
Υποστηρικτικά κριτήρια
Διαταραχές της αναπνοής
Βρουξισμός (τριγμός οδόντων)
Διαταραγμένος ύπνος
Abnormal μυικός τόνος
Περιφερικές αγγειοκινητικές διαταραχές
Σκολίωση/κύφωση
Καθυστέρηση της ανάπτυξης
Μικρά-κρύα χέρια και πόδια
Επεισόδια ακατάλληλου γέλιου/screaming
Μειωμένη αντίδραση στον πόνο
Έντονος τρόπος βλεμματικής επαφής
*Neul JL, et al. Annals of Neurology 2010; 68(6):944-950)
Πίνακας5: Γενικευμένη διαταραχή της εγκεφαλικής λειτουργίας μετά από κάκωση του ΚΝΣ
Η δραστηριότητα επηρεάζεται περισσότερο από εξωτερικά ερεθίσματα
Μειωμένη ικανότητα στην χρήση αφηρημένων εννοιών
Μειωμένη προσοχή και συγκέντρωση
Διαταραγμένος αυθορμητισμός
Πτωχεία ιδεών
Διαταραγμένο και ευμετάβλητο συναίσθημα
Ψυχοκινητική επιβράδυνση
Τάση για κυριολεξία
Εμμονή με την τάξη
Ακαταστασία
Κόπωση
Προβλήματα μνήμης
Αναποφασιστικότητα
Νοητική ακαμψία
*Cummings JL. Concise guide to Neuropsychiatry and Behavioral Neurology, 2nd ed