«Ψυχή, ἔχεις πολλά ἀγαθά κείμενα εἰς ἔτη
πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου» (Λουκ. 12.19)
Δύο ἀντίθετες εἰκόνες μᾶς παρουσίασαν τά
ἀναγνώσματα τῆς σημερινῆς Κυριακῆς. Ἀπό τή μία ὁ ἀπόστολος Παῦλος καυχᾶται γιά
τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου, γιά τό ἔσχατο δηλαδή ὅριο τῆς ἀνθρωπίνης ἐξαθλιώσεως
καί τῆς θείας κενώσεως, καί ἀπό τήν ἄλλη ὁ ἄφρων πλούσιος τῆς εὐαγγελικῆς
παραβολῆς καυχᾶται γιά τά πολλά ἀγαθά πού τοῦ ἀπέφερε ἡ εὐφορία τῆς γῆς καί τά
ὁποῖα τοῦ ἐξασφαλίζουν μία πλούσια ζωή «εἰς ἔτη πολλά», γιά πολλά χρόνια.
Ὁ ἕνας, ὁ ἀπόστολος Παῦλος, δέν καυχᾶται μόνο
γιά τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ἀκολουθεῖ μέ χαρά τό παράδειγμά του. Στόν
Σταυρό τοῦ Χριστοῦ σταυρώνει τόν κόσμο «σύν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ καί ταῖς
ἐπιθυμίαις», μέ τίς πράξεις καί τίς ἐπιθυμίες του, μέ τίς κακίες καί ἀδυναμίες
του, μέ τίς φιλοδοξίες καί τίς πλεονεξίες του, καί συγχρόνως σταυρώνει καί τόν
ἑαυτό του γιά τόν κόσμο, νεκρώνει δηλαδή καί ἀκυρώνει τήν ἐπίδραση πού μπορεῖ
νά ἔχουν ὅλα αὐτά μέσα του, γιατί τά θεωρεῖ ἀσήμαντα σέ σύγκριση μέ αὐτό πού
κερδίζει ὁ ἄνθρωπος μέσα ἀπό τή μετοχή του στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ καί μέσα ἀπό
τήν οἰκείωσή του μέ τή σταύρωσή του.